0320 RIGILIS
Description
To διαμέρισμα βρίσκεται σε τετραώροφο κτίριο σχεδιασμένο τη δεκαετία του 70’ στη συμβολή των οδών Ρηγίλλης και Βασιλέως Γεωργίου Β’. Η ανακαίνιση και επανάχρησή του, με δεδομένη την αστική ατμόσφαιρα της περιοχής, έχει ως βασικό ζητούμενο την έννοια του σύγχρονου.
To διαμέρισμα βρίσκεται σε τετραώροφο κτίριο σχεδιασμένο τη δεκαετία του 70’ στη συμβολή των οδών Ρηγίλλης και Βασιλέως Γεωργίου Β’. Η ανακαίνιση και επανάχρησή του, με δεδομένη την αστική ατμόσφαιρα της περιοχής, έχει ως βασικό ζητούμενο την έννοια του σύγχρονου.
Κεντρική ιδέα γίνεται η διάχυση του ανατολικού φωτός σε όλους τους χώρους διημέρευσης, χρησιμοποιώντας διαφανή και ημιδιαφανή στοιχεία προκειμένου να ενταθούν η ροή κίνησης και βλέμματος. Η είσοδος, ο χώρος καθημερινού φαγητού, η κουζίνα και η τραπεζαρία βρίσκονται πλέον σε λογική ακολουθία με το καθιστικό. Για να ενισχυθεί αυτή η χειρονομία, οι ταμπλαδωτές aller-retour μεσόπορτες μεταξύ της νέας κουζίνας και της τραπεζαρίας φέρουν διάφανα υαλοστάσια. Η μετατροπή της κουζίνας από βοηθητικό σε ζωτικό χώρο, με το “άνοιγμά” της προς τις δύο περιοχές φαγητού, δημιούργησε την ανάγκη για επαναπροσδιορισμό των δαπέδων αυτών των περιοχών, με την επανάχρηση στοιχείων τα οποία προϋπήρχαν.
Τα μωσαϊκά δάπεδα, σε αποχρώσεις του καφέ και του γκρι, ανασυντίθενται μαζί με το μάρμαρο του πάγκου της παλιάς κουζίνας. Ορίζονται αυστηρά γεωμετρικά σχήματα από τα υφιστάμενα υλικά και χρησιμοποιούνται ως ένθετα στα νέα δάπεδα του χώρου εισόδου, της κουζίνας και της καθημερινής τραπεζαρίας, δημιουργώντας ένα νέο “μωσαϊκό” με διαδοχικές προσμείξεις. Όσα στοιχεία προστίθενται, αφορούν κυρίως λεπτομέρειες οι οποίες προσδίδουν ένα επιπλέον οπτικό φίλτρο και ενισχύουν τις αρχικές προθέσεις, χωρίς να μιμούνται άλλες χρονικότητες και πατίνες. Έτσι, σχεδιάζονται τόσο η σύνθεση-βιβλιοθήκη που οριοθετεί το καθημερινό τραπέζι φαγητού από τον χώρο εισόδου, όσο και η μεσόπορτα που οδηγεί στα υπνοδωμάτια. Τα δύο διαχωριστικά, κατασκευασμένα από μέταλλο και ριγωτά υαλοστάσια, έχουν ως παραπομπή στοιχεία της δεκαετίας του ‘70.
Οι ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις θέρμανσης και ψύξης ενσωματώνονται στον σχεδιασμό με γύψινες κορνίζες και ψάθινες κατασκευές, στη χρωματική παλέτα του δαπέδου. Στη λογική της επανάχρησης, ο νεροχύτης της αρχικής κουζίνας γίνεται ο κύριος νιπτήρας του λουτρού επισκεπτών και στο κεντρικό λουτρό αναδιοργανώνεται πλήρως η περιοχή της μπανιέρας. Εδώ, μέρος των υφιστάμενων γκρι μαρμάρων επανατοποθετούνται δημιουργώντας μια κρυφή ντουλάπα, ενώ χρησιμοποιείται καινούριο μάρμαρο Ριτσώνας για τη νέα καμπίνα λουτρού και σημειακά μάρμαρο Τήνου για τον επιμέρους εξοπλισμό. Συνολικά, αυτή η επανερμηνεία και επανεκτέλεση της πάλαι-ποτέ αθηναϊκής αστικότητας, επιτρέπει τη χρήση υλικών με συμβατικούς και μη τρόπους, που φέρουν τη δική τους μικροκλίμακα, ενσωματώνοντας παράλληλα τα ίχνη και το μεράκι των παλιών μαστόρων.